Το ίδιο ερώτημα σβήνει στα μάτια μας όταν τυχαία συναντηθούμε στο δρόμο… μ’ αντιπερνάμε χωρίς καμιά δύναμη να πάρουμε το δρόμο που αφήσαμε πίσω μας…
Γυρνώ μονάχα και τον κοιτάζω πάντα το δρόμο που αφήσαμε. Είναι μακρύς, σκοτεινός, γεμάτος δυσκολίες και φρίκη… είναι τόσο μακρύς, τόσο δύσκολος… κι’ όμως – θεέ συγχώρεσε με – θα τον έπαιρνα με την καρδιά γεμάτη δάκρυα και μεταμέλεια…
Με την καρδιά δεμένη με τα σίδερα της αμαρτίας θα ξεκινούσα να σε βρω, μοναδική κι’ αξέχαστη μου αγάπη…
Δεν έχω τίποτε άλλο στη ζωή μου τόσο γλυκό, τόσο όμορφο που θα μου δικαιώνει τη ζωή, κι’ ο θεός θα με συχωρούσε… θα με συχωρούσες και συ φίλε που γεύομαι στης άδολης χαράς σου το ποτήρι βέβηλα… ανόσια… θα με συχωρούσες… το ξέρω…
Εδώ είμαι και καρτερώ, σε βλέπω, μη φύγεις, στρέψε την όψη σου από δω… μη με αρνηθείς, θα ζήσω στην πιο άχαρη ζωή χωρίς εσένα.
Έλα εσύ και στρώσε με αγκάθια το δρόμο να πατήσω να χυθεί στάλα τη στάλα όλο μου το αίμα και να σβήσω μπροστά σου, μισημένη από σε τον ίδιο κι’ ίσως περιφρονημένη.
Μα δε γυρνάς καθόλου… ποιος να ξέρει σε τι ευτυχίας με σκέφτεσαι λιμάνι και δεν τολμάς… ποιος ξέρει πάλι αν έχει ξανανθίσει εσέ η καρδιά σου κι’ ολότελα με ξέχασες…
Εδώ είμαι και καρτερώ να στρέψης την όψη σου σε μένα… ρέει το δάκρυ απ’ τα φτωχά μου μάτια νύχτα-μέρα… Τριγύρω μου φαρμακερά θ’ ανθίσουν λουλούδια… θα υψωθούν να με ζώσουν και θα πνιγώ απ’ αυτά, πέρα κρυμμένη πάντα. Κι’ απ’ τα δικά σου μάτια… μείνε..
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου